Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015

Συνέχεια από το προηγούμενο...

Στην προηγούμενη ανάρτηση αναφέρθηκα μεταξύ άλλων στο καλαμπόκι και την ιστορία του, με έμφαση στο γεγονός ότι υπήρξε φυτό του Νέου Κόσμου, που δεν έφτασε στην Ευρώπη, στην Αφρική, στην Ασία παρά μόνο το 16ο αιώνα και μετά, μέσα από την διπλής κατευθύνσεως διαδικασία που έχει ονομαστεί Κολομβιανή Ανταλλαγή. Θέλω εδώ να ασχοληθώ με κάποια άλλα προϊόντα, που είτε ομοίως δεν τα μάθαμε οι "από δω" παρά μόνο μετά την ανακάλυψη της Αμερικής, είτε τα γνωρίζαμε μεν, αλλά οι κλιματολογικές και άλλες συνθήκες του Νέου Κόσμου επέτρεψαν για πρώτη φορά την εκτεταμένη παραγωγή τους.

Είναι πασίγνωστο στον τόπο μας το ανέκδοτο σχετικά με τις προσπάθειες του Καποδίστρια να διαδώσει την καλλιέργεια της πατάτας στη λιμοκτονούσα Ελλάδα προς αντιμετώπιση του επισιτιστικού προβλήματος. Το ανέκδοτο ενδεχομένως είναι μύθος, όμως φαίνεται ότι πράγματι στον πρώτο Κυβερνήτη οφείλεται η διάδοση της σχετικής καλλιέργειας στον ελλαδικό χώρο. Αναφέρεται, πάντως, ότι κυρίως στην Επτάνησο Πολιτεία υπήρχαν καλλιέργειες και προσπάθειες καλλιεργειών από κάποιες δεκαετίες νωρίτερα, από τα τέλη του 18ου αιώνα. Περίεργο μου φαίνεται ότι, όπως ανέφερα στο προηγούμενο, φαίνεται ότι το καλαμπόκι το μάθαμε κάνα δυο αιώνες νωρίτερα, ποιος ξέρει γιατί αργήσαμε με τις πατάτες.

Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι στην ποντιακή ελληνική διάλεκτο οι πατάτες ονομάζονται "καρτόφια". Πριν μερικά χρόνια, ο Χαραλαμπίδης είχε γράψει ότι η καλλιέργεια της πατάτας στον Πόντο είχε φτάσει κατευθείαν από το βορρά μέσω των (αρχαίων) ποταμίσιων εμπορικών δρόμων της Ρωσίας. Επομένως, το "καρτόφι" θα προέρχεται από το γερμανικό "kartoffel". Λογικότατο φαίνεται, αν και το απόσπασμα του Χαραλαμπίδη δεν εξηγεί πότε περίπου έγινε η εισαγωγή στον Πόντο. Αυτό θα είχε πιο πολύ ενδιαφέρον ίσως. Για την πληρότητα, υπενθυμίζεται ότι η επίσημη ελληνική ονομασία είναι γεώμηλο.

Ιθαγενές φυτό της Αμερικής, πάντως, είναι η πατάτα, με την πρώτη συστηματική της καλλιέργεια να εντοπίζεται στην περιοχή των Άνδεων, όπου αποτέλεσε βάση της διατροφής των τοπικών πληθυσμών. Στην Ευρώπη έρχεται μέσω των Ισπανών μετά το 1550, και μετά από κάποια περίοδο προσαρμογής των από δω αγροτών στα μυστικά της καλλιέργειάς της, συμβάλλει τα μέγιστα στον εμπλουτισμό της διατροφής και των ευρωπαϊκών πληθυσμών και στην πληθυσμιακή έκρηξη σε όλη την ήπειρο και πέρα από αυτήν.

Ανάλογη και η ιστορία της ντομάτας. Επίσης ιθαγενές φυτό της Αμερικής, που φαίνεται όμως ότι το αγαπούσαν και το καλλιεργούσαν περισσότερο οι πολιτισμοί της κεντρικής Αμερικής μάλλον παρά οι αντίστοιχοι των Άνδεων. Οι Ισπανοί κι εδώ υπεύθυνοι για τη διάδοσή του εκτός Αμερικής το 16ο αιώνα, τόσο προς την Ευρώπη, όσο παράλληλα και προς την Ασία μέσω των Φιλιππίνων που υπήρξαν για μερικούς αιώνες ισπανική κτήση. Δεν βρίσκω (στα γρήγορα) πολλές πληροφορίες, αλλά φαίνεται ότι περίπου την ίδια περίοδο με την πατάτα φτάνει στην Ελλάδα και η ντομάτα, μόλις, δηλαδή, τον 19ο αιώνα! Το βασικό συστατικό, επομένως, αυτού που έχουμε "πατεντάρει" διεθνώς ως "ελληνική σαλάτα" δεν αρχίσαμε να το τρώμε παρά "προχτές"! Οι Ιταλοί, πάλι, είδαν ντομάτες νωρίτερα, ήδη από το 16ο - 17ο αιώνα άρχισαν να τους φτάνουν. Αναφέρεται όμως ότι για αρκετό διάστημα δεν τις έτρωγαν, ούτε έφτιαχναν σάλτσες και τέτοια, αλλά αντιμετώπιζαν το φυτό μόνο σαν καλλωπιστικό!

Ιδιαίτερη η ιστορία της ζάχαρης και του ζαχαροκάλαμου. Το ζαχαροκάλαμο είναι ιθαγενές της νότιας και νοτιοανατολικής Ασίας και θεωρείται ότι η μέθοδος παραγωγής ζάχαρης σε κρυσταλική μορφή απ' αυτό ανακαλύφθηκε στη βόρεια Ινδία. Οι στρατιώτες του Μεγάλου Αλεξάνδρου συνάντησαν καραβάνια που κουβαλούσαν "γλυκό αλάτι", ενώ ίσως πήραν και δείγματα ζαχαροκάλαμου μαζί τους κατά την επιστροφή. Πάντως, για πολλές εκατοντάδες χρόνια στην Ευρώπη (περιλαμβανομένης της δικής μας περιοχής) πιο διαδεδομένο και φτηνό ως γλυκαντικό ήταν το μέλι, ενώ η ζάχαρη εθεωρείτο δυσεύρετο είδος πολυτελείας και οι λίγοι έμποροι που μπορούσαν να την διαθέσουν γίνονταν πλούσιοι. Η αντίθετη, δηλαδή, εικόνα από τη σημερινή!

Όταν οι σταυροφόροι έφτασαν στη Μέση Ανατολή, διαπίστωσαν ότι η καλλιέργεια του ζαχαροκάλαμου ήταν πλέον ιδιαίτερα διαδεδομένη στην περιοχή. Όταν δημιούργησαν τις φράγκικες ηγεμονίες στην περιοχή, προσπάθησαν μεταξύ άλλων να τις εκμεταλλευτούν ως πηγές φτηνής ζάχαρης. Και αν αυτό δεν ήταν ίσως εύκολο στις ηγεμονίες της κυρίως Μέσης Ανατολής λόγω των διαρκών πολέμων και μεταβαλλόμενων συνόρων, φαίνεται όμως πως είχε κάποια επιτυχία στο σταυροφορικό Βασίλειο της Κύπρου - τουλάχιστον αρκετή επιτυχία ώστε να συναντά κανείς σποραδικές αναφορές, π.χ. μεταξύ άλλων εδώ. Στις αρχές του 15ου αιώνα, όμως, οι ισπανοί καταλαμβάνουν τα Κανάρια και οι πορτογάλοι εποικίζουν τη Μαδέιρα. Και οι δύο χώρες χρησιμοποιούν τις νέες κτήσεις τους κατ' εξοχήν για ζαχαρονήσια, επισκιάζοντας την όποια επιτυχία της Κύπρου. Στη συνέχεια, εικάζεται ότι ήδη από το πρώτο του ταξίδι ο Κολόμβος μεταφέρει ζαχαροκάλαμο από τα Κανάρια στο Νέο Κόσμο. Κατά τους επόμενους αιώνες της αποικιοποίησης της αμερικανικής ηπείρου, οι κατάλληλες κλιματολογικές συνθήκες θα επιτρέψουν τη μαζική παραγωγή ζάχαρης, καταρχήν στην πορτογαλική Βραζιλία. Αλλά και από αποικιακές δυνάμεις της βόρειας Ευρώπης, που μέχρι τότε δεν είχαν πρόσβαση σε δικές τους ζαχαροκαλλιέργειες. Στις Γουιάνες - βρετανικήγαλλικήολλανδική (από την περιοχή Ντεμεράρα της Γουιάνας προέρχεται ένα από τα ονόματα της μαύρης ζάχαρης στα αγγλικά). Και κατ' εξοχήν στα νησιά της Καραϊβικής.

Η πρόσβαση σε φτηνές ποσότητες ζάχαρης ήταν πιο σημαντική για τις δυνάμεις της κρύας βόρειας Ευρώπης κατά τη βιομηχανική επανάσταση (και αμέσως πριν) απ' ότι θα υποθέταμε σήμερα. Άφθονη και φτηνή ζάχαρη σήμαινε φτηνή μαρμελάδα, που με τη σειρά της σήμαινε αφ' ενός μεν διατήρηση φρούτων, αφ' ετέρου δε μια φτηνή τροφή, πλούσια σε ενέργεια, για τον "πρωτο-βιομηχανικό" εργάτη. Ψωμί με μαρμελάδα έγινε το σύνηθες γεύμα των φτωχών αστών. Αυτός πρέπει να είναι και ο λόγος που η παραδοσιακή βρετανική κουζίνα περιλαμβάνει τόσα γλυκά με μαρμελάδα!


Από την άλλη, η ζήτηση φτηνής ζάχαρης οδήγησε στην αθρόα "εισαγωγή" στις ζαχαροαποικίες κατ' αρχήν αφρικανών δούλων, και, μετά την κατάργηση της δουλείας, φτηνών εργατικών χεριών από τις Ανατολικές Ινδίες. Είναι δύο εξελίξεις που έχουν αφήσει έντονο το αποτύπωμά τους στη σημερινή φυλετική σύνθεση της Γουιάνας και της Καραϊβικής.

Εν μέρη κοινά σημεία με την ιστορία της ζάχαρης θα συναντήσει κανείς στην ιστορία του βάμβακος. Το φυτό του βαμβακιού, σε διάφορες ποικιλίες, υπάρχει ιθαγενώς και στον Παλαιό και στο Νέο Κόσμο. Οι πανάρχαιοι πολιτισμοί της κοιλάδας του Ινδού φαίνεται πως γνώριζαν την κατασκευή βαμβακερών υφασμάτων, τα οποία έφταναν δια του εμπορίου μέχρι την Αίγυπτο και την Περσία. Είδος βαμβακοκαλλιεργιών φαίνεται ότι παρατήρησαν και πάλι οι στρατιώτες του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ενώ υπάρχει και προγενέστερη σχετική αναφορά από τον Ηρόδοτο, ο οποίος προφανώς κατέγραφε φήμες. Προς τα τέλη του Μεσαίωνα, οι εμπορικοί δρόμοι έφερναν βαμβακερά υφάσματα μέχρι τη βόρεια και δυτική Ευρώπη, της οποίας όμως οι κάτοικοι (πλην των λίγων περιηγητών) δεν είχαν δει το φυτό. Έχοντας βαθιά στο μυαλό τους την αντίληψη πως ό,τι μας ντύνει θα πρέπει να προέρχεται από μαλλί ή προβιά ζώου, ακούγοντας όμως και τις φήμες ότι η πρώτη ύλη γι' αυτό το ύφασμα λαμβάνεται από φυτό, φαντάζονταν φυτά που παρήγαν... προβατάκια!


Όσον αφορά το Νέο Κόσμο, υπάρχουν αρχαιολογικές ενδείξεις ότι κι εκεί οι πιο εξελιγμένες εκ των ινδιάνικων φυλών είχαν βαμβακερά υφάσματα, άλλωστε εκεί δεν είχαν πρόβατα πριν τον Κολόμβο, επομένως η μόνη εναλλακτική πρώτη ύλη για κατασκευή ενδυμάτων εκτός από τα δέρματα θα ήταν το μαλλί των λάμα και των αλπάκα στις Άνδεις. Η ιδιαιτερότητα της παραγωγής βάμβακος στο Νέο Κόσμο σε σχέση με άλλες καλλιέργειες (τη ζάχαρη παραπάνω, ή τον καπνό που θα αναφέρω παρακάτω) είναι ότι αυτή κατέστη δυνατή και αναπτύχθηκε σε μεγάλη, παγκοσμίου βεληνεκούς κλίμακα όχι κατά την αποικιακή περίοδο, αλλά στις πρώτες δεκαετίες της ζωής των Ηνωμένων Πολιτειών, και μάλιστα στις νότιες πολιτείες όπως πολύ καλά γνωρίζουμε. Φαίνεται πως τρεις παράγοντες συνετέλεσαν: η ανώτερη ποιότητα των ποικιλιών βάμβακος της αμερικανικής ηπείρου, καταλυτικώς η εφεύρεση του μηχανικού εκκοκιστηρίου βάμβακος από τον αμερικανό εφευρέτη Ιλάι Γουίτνι λίγα μόνο χρόνια μετά την ανεξαρτησία, και ασφαλώς η εργασία των δούλων. Σα να μου φαίνεται όμως ότι άθελά μου μόλις συνόψισα τα στοιχεία που χρειάζεται μια πολιτική οντότητα για να προκόψει σε επίπεδο παγκόσμιας δύναμης: προικισμένος τόπος, προικισμένοι, εφευρετικοί άνθρωποι (ή τελοσπάντων ένας "κρίσιμος" αριθμός τέτοιων), και εκμετάλλευση άλλων ανθρώπων. Και τα τρία απαραίτητα, μάλλον.

Πριν ακόμα από το βαμβάκι, ο καπνός ήταν η καλλιέργεια που έφερνε πλούτο (και σκλάβους) στους αποίκους των μετέπειτα Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά και κάποιων νησιών της Καραϊβικής εναλλακτικά ή παράλληλα με τη ζάχαρη. Εμβληματική έως τις μέρες μας είναι η περίπτωση της Κούβας. Ο καπνός ήταν αποκλειστικά φυτό του Νέου Κόσμου, γνωστό από την αρχαιότητα στις φυλές των ινδιάνων, όπως άλλωστε και η συνήθεια του καπνίσματος. Στην Ευρώπη τον φέρνουν φυσικά πάλι οι Ισπανοί τον 16ο αιώνα. Γρήγορα οι ευρωπαϊκές κοινωνίες υιοθετούν το κάπνισμα και εθίζονται. Η ζήτηση τεράστια, οδηγεί αποίκους στις ανατολικές ακτές της Αμερικής για να ασχοληθούν με την καπνοκαλλιέργεια. Στη γνωστή ιστορία με την Ποκαχόντας, την ινδιάνα "πριγκίπισσα" που ερωτεύεται και παντρεύεται άγγλο άποικο, με αποτέλεσμα οι σχέσεις μεταξύ αποίκων και ιθαγενών να παραμείνουν ειρηνικές για μερικά χρόνια, δεν είναι ίσως το ίδιο γνωστό ότι ο άγγλος σύζυγός της ήταν ο Τζων Ρολφ, ο πρώτος επιτυχημένος καπνοκαλλιεργητής στη βρετανική Βιρτζίνια, που έσπασε το έως τότε (αρχές 17ου αιώνα) ισπανικό μονοπώλιο.

Κάπου το 17ο αιώνα φτάνει και στον τόπο μας ο καπνός, και γρήγορα καλλιεργείται στη Θράκη και τη Μακεδονία, όπως άλλωστε μέχρι τις μέρες μας. Δηλαδή καπνίζαμε δύο αιώνες πριν φάμε ντομάτες και πατάτες! Αν και για κάποιο βραχύ χρονικό διάστημα λέγεται ότι ένας σουλτάνος είχε απαγορεύσει το κάπνισμα σε όλη του την αυτοκρατορία, επί ποινή θανάτου μάλιστα!

Οι βλαπτικές επιπτώσεις του καπνίσματος στην ανθρώπινη υγεία δεν μελετήθηκαν ούτε έγιναν γνωστές πριν τα μέσα του 20ου αιώνα. Θυμάμαι να έχω διαβάσει ότι καθοριστικό ρόλο σ' αυτή τη μελέτη έπαιξαν γερμανοί επιστήμονες του Γ' Ράιχ στα πλαίσια του ενδιαφέροντός τους για υγιή ζωή των νέων αρίων ώστε αυτοί να υπηρετήσουν καλύτερα τον Φύρερ και τη Γερμανία σφάζοντας εμάς τους υπόλοιπους... προς πανηγυρική επιβεβαίωση του "ουδέν κακόν αμιγές καλού"!

Ένα τσιγάρο πάει με τον καφέ, λένε οι καπνιστές, κι εγώ ρωτάω, είναι η Βραζιλία η χώρα του καφέ; Η απάντηση είναι όχι ακριβώς, αλλά ας τα δούμε από την αρχή.

Πατρίδα του καφέ είναι η Αφρική, και μάλιστα η ανατολική - βορειοανατολική Αφρική, κατά τους περισσότερους η Αιθιοπία. Από εκεί διαδίδεται στον αραβικό κόσμο, απ' όπου έχουμε και την πρώτη γενικά αποδεκτή αναφορά στον καφέ ως ποτό, σε ισλαμικά μοναστήρια της Υεμένης - μόλις τον 15ο αιώνα! Είναι δηλαδή, παγκοσμίως, μια συγκριτικά πάρα πάρα πολύ πρόσφατη συνήθεια. Από τον αραβικό κόσμο, ο καφές ως ποτό, ως προϊόν, σχεδόν ως παγκόσμια "κουλτούρα", περνάει παράλληλα στην Ινδία και στην Οθωμανική Αυτοκρατορία (περιλαμβανόμαστε εμείς), στην Ευρώπη μέσω βενετών εμπόρων αρχικά, αλλά και από άλλους δρόμους. Ως φυτό και καλλιέργεια, σε όσα από τα παραπάνω μέρη είναι τροπικά και μπορούν να τον καλλιεργήσουν - και στο Νέο Κόσμο τελικά πρώτα στη γαλλική Μαρτινίκα κάπου στο πρώτο μισό του 18ου αιώνα και πολύ σύντομα και αλλού στην κεντρική και νότια Αμερική. Η Βραζιλία παίρνει την πρωτοκαθεδρία στην παγκόσμια παραγωγή μετά την ανεξαρτησία της, κάπου στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα και τη διατηρεί ως τις μέρες μας. Όχι λοιπόν η πατρίδα ή η "μάνα" του καφέ, αλλά ίσως η "βασίλισσα" ή η "μητριά" του!

Και το κακάο - δηλαδή η σοκολάτα! Αντίστοιχη "προϊστορία" με τον καπνό, ιθαγενές προϊόν της κεντρικής Αμερικής, γνωστό στους σχετικούς πολιτισμούς κυρίως ως ποτό, στην Ευρώπη έρχεται μέσω των Ισπανών, αργότερα όμως από τον καπνό - και δεν "πιάνει" με τον ίδιο τρόπο, ούτε κάνει το ίδιο "μπαμ". Βέβαια, η σοκολάτα σήμερα χρησιμοποιείται σε τόσα πολλά γλυκά, ροφήματα, συνταγές, που δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητο προϊόν, είναι δεδομένο όμως ότι δεν έπαιξε ως εμπορεύσιμο είδος τον ίδιο καταλυτικό ρόλο στα γεγονότα της αποικιοκρατικής και μετα-αποικιοκρατικής περιόδου που έπαιξαν ο καπνός, το βαμβάκι, η ζάχαρη, ο καφές. Ενδεικτικό είναι ότι πλέον η δυτική Αφρική έχει υποσκελίσει την κεντρική και νότια Αμερική στην καλλιέργεια κακάο. Στην πατρίδα μας, σύμφωνα με αυτό εδώ, τη σοκολάτα τη γευτήκαμε για πρώτη φορά μετά την απελευθέρωση και έχουμε να ευγνωμονούμε γι' αυτό κάποιον κύριο Παυλίδη!

Να πω κι ένα άλλο... χμμμ... "προϊόν"; Ας το πω. Η... σύφιλη, κατά την επικρατούσα άποψη, μας ήρθε σε τούτη την πλευρά του Ατλαντικού από τους ναύτες του Κολόμβου, και για... ευνόητους λόγους επεκτάθηκε, κυρίως στα λιμάνια. Μας την μετέδωσαν οι ινδιάνοι, λοιπόν, αν και μας το χρωστούσανε, γιατί εμείς τους πήγαμε την ευλογιά και άλλες επιδημίες, στις οποίες δεν είχαν καθόλου αντισώματα και... τους θέρισαν, αυτές οι επιδημίες μάλλον περισσότερο από τις κακουχίες της σκλαβιάς και της εκμετάλλευσης των αποικιοκρατών. Επειδή τα μικρόβια ταξίδευαν προς τα δυτικά πιο γρήγορα από τους ανθρώπους, θεωρείται ότι ολόκληρες φυλές εξαφανίστηκαν από τις αρρώστιες των λευκών πριν συναντήσουν τους ίδιους τους λευκούς.

Το λοιπόν, επειδή το μικρολάθος από το οποίο πήρα αφορμή για να τα γράψω όλα αυτά δεν είναι το πρώτο τέτοιου τύπου που συναντάω... ντομάτες στην αυλή του Ιβάν του Τρομερού... καλαμπόκι στη δυτική Αφρική του 14ου... ίσως σύφιλη σε χαμαιτυπείο της αρχαίας Ρώμης. Όσοι ασχολούνται με συγγραφή (ή και μετάφραση) μυθιστορημάτων, διηγημάτων με ιστορικό περιεχόμενο συχνά κάνουν εντυπωσιακή έρευνα, διαβάζουν, ταξιδεύουν, αλλά επειδή σήμερα έχουμε στην πόλη μας, στη γειτονιά μας, στο σπίτι μας και στο τραπέζι μας όλα τα καλά και τα κακά του κόσμου όλου κυριολεκτικά, και είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι πριν λίγους μόνο αιώνες οι άνθρωποι οι δικοί μας, οι οικείοι, που μιλούσαν την ίδια γλώσσα... δεν τα είχαν, όχι μόνο γιατί ήταν φτωχοί, αλλά και γιατί δεν βρίσκονταν καθόλου, πουθενά κοντά τους! Είναι εύκολο να γίνει μια τέτοια αβλεψία και είναι κρίμα να γίνεται όταν η υπόλοιπη δουλειά είναι καλή. Γι' αυτό, αν ξέρεις κανέναν που να κάνει αυτή τη δουλειά, πες του δυο λόγια γενικών γνώσεων να τα έχει υπόψη του, ή στείλε τον εδώ να τα διαβάσει από μένα. Γιατί καμιά μέρα θα διαβάσουμε ότι ο Περικλής στην Πνύκα χτυπούσε πιτόγυρα, αλλά ο Σωκράτης χωρίς τζατζίκι γιατί τον γκρίνιαζε η Ξανθίππη.

Θα μου πεις, υπερβάλεις, λεπτομέρειες κλπ. Σωστά. Αλλά ξέρεις, οι λεπτομέρειες είναι που κάνουν τη διαφορά ανάμεσα σε μια συμπαθητική διήγηση και, π.χ., στον εμβληματικό Σινουχέ τον Αιγύπτιο του Μίκα Βάλταρι, που έχει αποσπάσει κολακευτικότατα σχόλια από αιγυπτιολόγους και ασσυρολόγους για την ακρίβεια (σε σχέση με τις γνώσεις μας) με την οποία παρουσιάζει την καθημερινή ζωή στην αρχαία Αίγυπτο και Μεσοποταμία τον καιρό του Φαραώ Εχνατόν και της λατρείας του θεού Ατόν, κατά κάποιους λίγο πριν τη βιβλική Έξοδο.

Κι εδώ ο συνειρμός βρίσκει διχάλα. Πολλά μπορεί να πει κανείς για τον Βάλταρι και το έργο του, πολλά και για τα γεγονότα που σχετίζονται με τη λατρεία του Ατόν και την ταραχώδη βασιλεία του δούλου του Εχνατόν. Σταματάω λοιπόν εδώ και ίσως καταπιαστώ με κάποιο από τα παραπάνω άλλη φορά που θα έχω διάθεση και υλικό.

Κυριακή 15 Μαρτίου 2015

Μεταφραστικά

Από έναν περιηγητή ξεκινώ, φίλε αναγνώστη, την αποψινή δική μου νοερή... περιήγηση, όπως έχω κάνει κατά καιρούς και στο παρελθόν. Δεν ξέρω ακριβώς πώς θα μου βγει το κείμενο. Έχω στο μυαλό μου διάφορες σκέψεις, δρόμους και παρακλάδια που μήνες θέλω να βάλω σε μια σειρά, αλλά δεν αποφάσιζα να μπω στον κόπο. Είναι πιθανό να μου προκύψουν δύο αναρτήσεις, τελικά.

Θα σου πω κάτι προσωπικό. Από τους τέσσερις-πέντε αναγνώστες μου, με τους δυο-τρεις έχει συμβεί να ζήσουμε στην εκάστοτε ίδια πόλη και να περάσουμε κάποια (λίγα, πολλά, πάρα πολλά, ανάλογα με την περίπτωση) μεσημέρια, απογεύματα ή βράδυα με κρασί, μεζέ και αμπελοφιλοσοφία. Οι φίλοι που είχαν την ευχαρίστηση (ή το... μαζοχισμό) να μου δίνουν βήμα να μιλάω, θυμούνται πώς πηδούσα από θέμα σε θέμα, ακολουθούσα παραδρόμους, ξεχνούσα από πού είχα έρθει, κατ' εξοχήν επαναλαμβανόμουν κλπ. Παρόλα αυτά, καθόντουσαν και μ' άκουγαν, συχνά κιόλας με ρωτούσαν και πράματα! Ε, λοιπόν. Αν και ο γραπτός λόγος είναι πολύ πιο εύκολο να ελεγχθεί, επίτηδες αφήνω συχνά τον εαυτό μου να προεκταθεί σε στενάκια και παραδρόμους, ενίοτε και αδιέξοδα. Δεν θεωρώ ένα κείμενό μου επιτυχημένο και άξιο να δημοσιευτεί όταν παρέχει σωστές πληροφορίες, ωραίες αναλύσεις, βάσιμες σκέψεις και τέτοια. Το θεωρώ άξιο να δημοσιευτεί όταν νομίζω ότι διαβάζοντάς το, εσείς οι δυο-τρεις θα με θυμηθείτε!

Αρκετά όμως με τα ψιλοφορτισμένα εισαγωγικά. Ο αποψινός μας περιηγητής λέγεται Αμπού Αμπνταλλάχ Μουχάμαντ Ιμπν Ιμπραχίμ, αλλά έχει μείνει στην ιστορία πιο γνωστός με το οικογενειακό του παρωνύμιο Ιμπν Μπαττούτα. Ήταν προφανώς μουσουλμάνος με καταγωγή από το Μαρόκο, που έζησε τον 14ο αιώνα, και ξεκινώντας στα 21 του χρόνια για το πρώτο του προσκύνημα στη Μέκκα, κατέληξε να γυρίσει, δια ξηράς και δια θαλάσσης, όλο τον ισλαμικό κόσμο, συν την Κωνσταντινούπολη, συν ισλαμικές εμπορικές παροικίες της νότιας Κίνας (ναι, υπήρχαν και τέτοιες!). Και όταν λέω "όλο τον ισλαμικό κόσμο", δεν εννοώ μόνο τα γνωστά μας μέρη όπου το Ισλάμ εξαπλώθηκε με το σπαθί και έχουν ακόμα και σήμερα αμιγή ισλαμικό πληθυσμό (δηλαδή με σημερινούς όρους από Πακιστάν μέχρι Μαρόκο). Εννοώ ασφαλώς και την - ισλαμική ακόμα τότε - Ανδαλουσία. Εννοώ επίσης τις ανατολικές αλλά και δυτικές ακτές της υποσαχάριας Αφρικής, όπου το Ισλάμ είχε διαδοθεί μέσω των καραβανιών και του εμπορίου. Εννοώ την Ινδία με τους αγαρηνούς κατακτητές ηγεμόνες, όπου όμως μόνο κατά τόπους εξισλαμίστηκαν οι πληθυσμοί. Εννοώ τα νησιά της νοτιοανατολικής Ασίας, τη σημερινή Ινδονησία, όπου μου έκανε εντύπωση ότι βρήκε κι εκεί το Ισλάμ, δεκαετίες πριν τις επισκέψεις του οϊγούρου ναυάρχου Τσανγκ Χι. Εννοώ, τέλος, τα μογγολικά εδάφη της Χρυσής Ορδής στις ευρασιατικές στέππες, που οι χάνοι τους πρόσφατα είχαν εξισλαμιστεί, ίσως για πολιτικούς λόγους εσωτερικής συνοχής. Αν μη τι άλλο, άκρως εντυπωσιακός ο κατάλογος!

Διευκρινιστικά, ο Ιμπν Μπαττούτα περνιότανε για ισλαμιστής θεολόγος και ερμηνευτής του Κορανίου. Έτσι, στα μέρη που επισκεπτόταν, ζούσε από τα πλούσια τιμητικά δώρα που του έκαναν οι τοπικοί ηγεμόνες, στα οποία συχνά συμπεριλαμβάνονταν και νέες σύζυγοι ή παλακίδες! Στις διηγήσεις του, μάλιστα, συγκράτησα να υπάρχει τουλάχιστον μία περίπτωση που παραπονιέται στον ηγεμόνα ότι δεν υπήρξε απέναντί του αρκετά γενναιόδωρος!

Οι ιστορίες του μας έχουν φτάσει στα ελληνικά ως μετάφραση από τα αγγλικά, και για την αγγλική μετάφραση βρήκα κάπου αναφορά σε ημερομηνία πρώτης έκδοσης το 1929. Η ελληνική μετάφραση αναφέρεται ως πλήρης και χωρίς συντμήσεις - και δεν έχω κανένα λόγο να το αμφισβητήσω - δεν ξέρω όμως αν το αγγλικό κείμενο ήταν πλήρης ή πετσοκομμένη μετάφραση του αραβικού! Όπως και νά 'χει, το κείμενο που έπεσε στα χέρια μου ήταν ενδιαφέρον, αλλά κατά τόπους απογοητευτικό. Εξηγούμαι!

Περνάει ο περιηγητής μας από τις θρυλικές πόλεις του Δρόμου του Μεταξιού - τη Μπουκχάρα, τη Σαμαρκάνδη - ζωηρό το ενδιαφέρον του αναγνώστη για να διαβάσει μια από πρώτο χέρι περιγραφή αυτών των πόλεων το 14ο αιώνα! Κι όμως το κείμενο δεν αφιερώνει παρά ελάχιστες γραμμές. Περνάει από το περίφημο λιμάνι της Καλικούτ στην Ινδία, έναν αιώνα και βάλε πριν τους ευρωπαίους, τον Νικολό ντε Κόντι από τη Βενετία, τον Αφανάσυ Νικίτιν από το Τβερ, τέλος τον Βάσκο ντε Γκάμα από την Πορτογαλία. Την αγορά της Καλικούτ τη φαντάζεται κανείς να πνίγεται στα μπαχαρικά, τους πολύτιμους λίθους και τα υφάσματα, άλλωστε από το όνομα του λιμανιού αυτού πέρασε στις δυτικοευρωπαϊκές γλώσσες η λέξη calico για είδος βαμβακερών υφασμάτων. Κι όμως, παρότι ο Ιμπν Μπαττούτα έζησε χρόνια στην Ινδία, οι σχετικές περιγραφές είναι φτωχές, για την ακρίβεια δε συγκράτησα τίποτα. Περνάει από το Τιμπουκτού στη δυτική Αφρική, την πόλη με τις φημισμένες μαντράσες, με την πλούσια συλλογή αραβικών χειρογράφων (μήπως και μεταφράσεις του Αριστοτέλη, να μην το αποκλείουμε), που ήταν απρόσιτη στους ευρωπαίους μέχρι το 19ο αιώνα και την επίσκεψη του Ρενέ Καγιέ. Κι εδώ λίγα λόγια, τίποτα το ιδιαίτερα αξιόλογο. Υπάρχουν όντως στο βιβλίο περιγραφές ανθρώπων, ζώων, συνηθειών, φαγητών, προϊόντων, ακόμα κατά κόρον συναντήσεων με μυστικιστές του Ισλάμ (που προφανώς οι τελευταίοι ενδιέφεραν τον Ιμπν Μπαττούτα, αλλά όχι εμένα!). Αλλά πώς να το πω. Διαβάζοντάς το, σκεφτόμουν ότι είναι σαν να επισκέπτεται ένας τουρίστας την Ελλάδα και αντί να γράψει για την Ακρόπολη και τους Δέλφους, άντε έστω τη νυχτερινή ζωή της Μυκόνου... αυτός επικεντρώνεται στο μπακάλικο του Βαγγέλη στο Κιάτο.

Ως προς την ελληνική μετάφραση. Γενικά θα πω ότι θεωρώ τη δουλειά του μεταφραστή εξαιρετικά δύσκολη, αναλόγως με το προς μετάφραση κείμενο ίσως δυσκολότερη από την πρωτότυπη συγγραφή. Πρέπει να γνωρίζει κανείς πάρα πολύ καλά τις λεπτές έννοιες και τις αποχρώσεις και των δύο εμπλεκόμενων γλωσσών για να μπορέσει να αποδόσει κατά το μέτρο του δυνατού τις αποχρώσεις του πρωτότυπου στη μετάφραση. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου στα εισαγωγικά τους σημειώματα οι μεταφραστές διατρανώνουν οι ίδιοι την αδυναμία τους και περίπου συστήνουν στον αναγνώστη να αφήσει κάτω αυτό που διαβάζει και, αν δεν την γνωρίζει, να ασχοληθεί να μάθει τη γλώσσα του πρωτότυπου για να το απολαύσει καλύτερα! Κάτι τέτοια λένε οι μεταφραστές του Νικολάι Γκόγκολ και του Τζέιμς Τζόις, που παρεμπιπτόντως τους θεωρώ και τους δύο υπερτιμημένους. Μπορεί να φταίει ότι είμαι πεζός, αλλά δεν διακρίνω κατ' ανάγκην ιδιοφυίες πίσω από καταρράκτες λογοπαιγνίων και εξυπνάδας, αντίθετα κάποτε διακρίνω εμπάθεια και στους δύο. Αλλά ξεφεύγω.

Ένα περιηγητικό κείμενο, όμως, είναι μάλλον "ξερό", ειδικά εάν αποτελεί το ίδιο ήδη μετάφραση, δηλαδή ενδεχομένως έχει υποστεί ήδη μια πρώτη "αποξήρανση"! Πήρα αυτό το δρόμο, ακολούθησα το τάδε καραβάνι, έφτασα στην τάδε πόλη. Στην εξαιρετικά δύσκολη δουλειά του μεταφραστή, ίσως είναι σωστό να υποθέσει κανείς ότι η μετάφραση ενός περιηγητικού κειμένου είναι το λιγότερο δύσκολο που μπορεί να τύχει. Με μόνη την ουσιώδη διαφορά ότι εδώ πρόκειται για ένα ιστορικό περιηγητικό κείμενο με εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες, αραβικά τοπωνύμια σε δύο και τρεις ηπείρους, που έπρεπε να ταυτοποιηθούν, κατά το μέτρο του δυνατού, με σημερινά ονόματα, ώστε ο σύγχρονος ερασιτέχνης αναγνώστης, που έχει όμως μια στοιχειώδη ιδέα της παγκόσμιας γεωγραφίας, να μπορεί να παρακολουθεί αν ο ταξιδιώτης του βρίσκεται π.χ. στην Περσία ή την Αίγυπτο, χωρίς να χρειάζεται να ανατρέχει διαρκώς στους χάρτες! Πιθανολογώ, βέβαια, ότι η ελληνίδα μεταφράστρια δεν ήταν μόνη της σ' αυτό τον ηράκλειο άθλο. Αρκετό υλικό προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να υπήρχε στην αγγλική μετάφραση που χρησιμοποιήθηκε ως βάση. Όπως και νά 'χει, μπορούσα να παρακολουθήσω αρκετά άνετα τα ταξίδια, οπότε θεωρώ ότι η ελληνική έκδοση τα καταφέρνει αξιοπρεπέστατα ως προς αυτό!

Κάπου όμως, ίσα ίσα 1-2 σελίδες πριν το τέλος αναφέρεται κάτι... παράξενο - που ακριβώς επειδή είναι τόσο κοντά στο τέλος αφήνει και παράξενη γεύση! Αντιγράφω:

"...Πήρα μαζί μου προμήθειες για εβδομήντα μέρες γιατί δεν υπάρχει καθόλου καλαμπόκι στη διαδρομή Ταγκαντά - Ταουάτ..."

Ο περιηγητής μας βρίσκεται στη δυτική Αφρική, στην Αυτοκρατορία του Μάλι και μόλις έχει λάβει διαταγή με έφιππο αγγελιοφόρο από τον Σουλτάνο του Μαρόκου να επιστρέψει στην πατρίδα του, πιθανολογώ για να αναλάβει χρέη ιεροδικαστή. Μ' αυτό τον απότομο τρόπο τελειώνουν οι περιπλανήσεις του, οι δε περιοχές που αναφέρεται πως μεταξύ τους "δεν υπήρχε καλαμπόκι" είναι κάπου στη δυτική Σαχάρα.

Να μην υποτιμούμε καθόλου το Μάλι του 14ου αιώνα! Ήταν αξιόλογη οντότητα, είχε σημαντικό πλούτο από ορυχεία χρυσού και χαλκού, και σημαντικά έσοδα από το "δια-σαχάρειο" εμπόριο ορυκτού άλατος, πιθανότατα και το δουλεμπόριο. Οι ηγεμόνες του είχαν ασπαστεί το Ισλάμ μερικούς αιώνες πριν τις επισκέψεις του Ιμπν Μπαττούτα και φαίνεται πως αυτό είχε δημιουργήσει έναν πολιτισμό αφρο-αραβικό, που σε μερικά σημεία σόκαρε τον ταξιδευτή μας! Είδε γυναίκες να κυκλοφορούν περίπου ολόγυμνες, είδε και περιπτώσεις όπου ο καννιβαλισμός δεν είχε τελείως εξαλειφθεί από τις συνήθειες των κατοίκων.

Για την πόλη του Τιμπουκτού έγραψα λίγα και πιο πάνω. Εθεωρείτο αξιολογότατο οικονομικό και μορφωτικό κέντρο, που η φήμη του είχε φτάσει στην Ευρώπη, αλλά η τοποθεσία του παρέμενε άγνωστη μέχρι το 19ο αιώνα - όταν ο Γάλλος εξερευνητής Καγιέ μπόρεσε να το φτάσει και να γυρίσει πίσω σώος, αλλά και απογοητευμένος γιατί δε βρήκε πια παρά μια παρηκμασμένη λασπούπολη ενώ εν τω μεταξύ η Ευρώπη είχε κάνει άλματα. Ο Ιμπν Μπαττούτα ήταν πιο τυχερός, αφού έτυχε να βρίσκεται στην περιοχή λίγες μόνο δεκαετίες μετά το θάνατο του Αυτοκράτορα Μούσα, η βασιλεία του οποίου θεωρείται το απόγειο του Μάλι. Αυτό που μας έχει σωθεί περισσότερο από τα χρόνια του Μούσα είναι το ανέκδοτο πως, στο δρόμο για το προσκύνημά του στη Μέκκα, μοίρασε τόσο πολύ χρυσάφι που η τιμή του στην Αίγυπτο υποτιμήθηκε δραματικά (δηλαδή από μόνος του "κράσαρε" την αγορά χρυσού!), τόσο που έκανε καμιά δεκαετία να επανέλθει!


Όλα αυτά καλά, αλλά να εκφράζει τη μέριμνά του ο ήρωάς μας για το γεγονός ότι στην Αφρική του 14ου αιώνα δε θα έβρισκε... καλαμπόκι... η απόσταση είναι πολύ μεγάλη...

Το καλαμπόκι είναι ιθαγενές φυτό της αμερικανικής ηπείρου. Πιστεύεται ότι εξημερώθηκε στην περιοχή της κεντρικής Αμερικής ήδη από τα προϊστορικά χρόνια, ενώ όταν οι ευρωπαίοι εξερευνητές έφτασαν στις ακτές του Νέου Κόσμου, αποτελούσε τη βάση της διατροφής και τη βασική καλλιέργεια των ινδιάνικων φυλών - όσων, τελοσπάντων, από αυτές γνώριζαν τη γεωργία και δεν ήταν κυνηγοί και τροφοσυλλέκτες. Γρήγορα μεταφέρθηκε το νέο προϊόν από την από δω πλευρά του Ατλαντικού - της Αφρικής μη εξαιρουμένης. Μάλιστα, αναφέρεται ότι από τη βόρεια Αφρική το μάθαμε κι εμείς οι τουρκοκρατούμενοι Έλληνες κάπου το 16ο - 17ο αιώνα, εξ' ου και η επίσημη ονομασία στα ελληνικά: αραβόσιτος, σίτος των Αράβων.

Το καλαμπόκι θεωρείται ανθεκτική καλλιέργεια που αντέχει σε ποικιλία κλιματολογικών συνθηκών, αν και αποδίδει καλύτερα σε θερμό και υγρό περιβάλλον. Ως εκ τούτου, δεν αποκλείεται σήμερα να ευδοκιμούν καλλιέργειες καλαμποκιού και στις όχθες του Νίγηρα που επισκεύθηκε ο ταξιδιώτης μας (και, παρεμπιπτόντως, τον ονομάζει Νείλο!). Αν και πιθανολογώ ότι βασικές καλλιέργειες θα είναι ακόμα ποικιλίες ρυζιού και κατεξοχήν το κεχρί απ' το οποίο φτιάχνουν και κουσκούς. Τα αναφέρει από τότε και τα δύο ο Ιμπν Μπαττούτα, το κεχρί και το κουσκούς. Καλαμπόκι όμως, το 14ο αιώνα κανείς ευρωπαίος, αφρικανός ή άραβας δεν είχε δει.

Επειδή η μετάφραση είναι από τα αγγλικά, μπορώ με σημαντικό βαθμό εμπιστοσύνης στην εικασία μου να πιθανολογήσω ότι η ελληνίδα μεταφράστρια απέδωσε ως "καλαμπόκι" τη λέξη "corn". Θα ήταν σωστό αυτό εάν επρόκειτο για σύγχρονη, συνήθη, καθημερινή χρήση. Κατ' ακρίβεια όμως, η αγγλική λέξη που αντιστοιχεί στο καλαμπόκι είναι το "maize". Το "corn", έστω και αν σήμερα στην κονσέρβα του σουπερμάρκετ πρακτικά αναφέρεται στο καλαμπόκι, στην πραγματικότητα (και μάλιστα στα βρετανικά αγγλικά του 1929) περιγράφει γενικότερα τα δημητριακά. Πιθανότατα, επομένως, αυτό που έλεγε ο Ιμπν Μπαττούτα ήταν ότι μέσα στη Σαχάρα δεν υπήρχαν καλλιέργειες ούτε ρυζιού, ούτε σιταριού, ούτε κεχριού, οπότε φόρτωσε προμήθειες... ψωμιά, κουσκούς, δεν ξέρω.

Και πού τα ξέρω αυτά εγώ; Τα ξέρω γιατί ακούω και ιρλανδική μουσική εγώ. Ας κάνουμε ένα μουσικό διάλειμμα και τα ξαναπιάνουμε μετά...


Θεοσχωρέστον Ρόνυ Ντριου και όποιον άλλον από τους παππούδες έχει πεθάνει.

Michael, they are taking you away,
for you stole Trevelyan's corn,
so the young might see the morn(ing?),
now the prison ship lies waiting in the bay.

Οι στίχοι γράφτηκαν γύρω στο 1970 και αναφέρονται σε γεγονότα του Μεγάλου Ιρλανδικού Λιμού του 1845-52. Ο Τρεβέλιαν ήταν ανώτατος Άγγλος διοικητικός που είχε την ευθύνη να χειριστεί τη βρετανική πολιτική για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Φαίνεται τα κατάφερε τόσο, μα τόσο καλά που έγινε και σερ και βαρώνος, και δεν έχω ιδέα αν αυτό το γράφω ειρωνικά ή κυριολεκτικά! Στη συλλογική μνήμη του ιρλανδικού λαού κατέχει την τιμητική θέση ενός από τα πιο μισητά και απεχθή πρόσωπα της ανθρώπινης Ιστορίας.

Το κομμάτι κουβαλά βαρύ πολιτικό φορτίο, το αγαπούν ιδιαίτερα οι ιρλανδοί ρεπουμπλικάνοι, αλλά και οι σκωτσέζοι οπαδοί της Σέλτικ - οι "καθολικοί". Εμφανώς αναφέρεται σε έναν νέο πατέρα που συλλαμβάνεται να κλέβει από το "Trevelyan's corn" προκειμένου να θρέψει το παιδί του που λιμοκτονεί, και καταδικάζεται σε εξορία στην Αυστραλία. Πριν μερικά χρόνια που το πρωτοάκουσα και έψαξα τους στίχους, βρήκα την εξήγηση ότι το "Trevelyan's corn" ήταν πιθανότατα σιτάρι, πάντως βρώσιμο δημητριακό γέννημα της ιρλανδικής γης, που συγκεντρωνόταν σε αποθήκες και αμπάρια προκειμένου να εξαχθεί. Πράγματι, όλα τα χρόνια του λιμού, η Ιρλανδία εξήγαγε τρόφιμα, προς την Αγγλία και ίσως αλλού. Για ποιους λόγους γινόταν αυτό, να εξάγονται τρόφιμα αντί να τρέφεται μ' αυτά ο ντόπιος πληθυσμός που κατ' απόλυτη κυριολεξία πέθαινε της πείνας... δεν έχω διαβάσει αρκετά για να πω με βεβαιότητα, η αλήθεια είναι ότι όποτε αρχίζω να διαβάζω γι' αυτό το θέμα λίγο παραπέρα απ' τα επιφανειακά εγκυκλοπαιδικά, εκνευρίζομαι και σταματάω από τις πρώτες δυο-τρεις γραμμές... γιατί μυρίζομαι ότι αυτό γινόταν από ιδεολογία... οπότε παραπέμπω σε όσα έλεγα προ τριετίας... παίρνω ανάσα να ηρεμήσω γιατί και που τα σκέφτηκα εκνευρίστηκα... και επανέρχομαι, εν πάση περιπτώσει, αυτό που θέλω να πω είναι ότι μέσω αυτής της οδού έμαθα πριν μερικά χρόνια για τη γενικότερη έννοια της λέξης corn!

Μια άλλη εξήγηση, πάλι, είναι ότι το "Trevelyan's corn" είναι όντως καλαμπόκι, μια που αναφέρεται επίσης ότι μερικά φορτία "maize" εισήχθησαν στην Ιρλανδία στα πρώτα χρόνια του λιμού ως επισιτιστική βοήθεια, εις αντικατάσταση του ιρλανδέζικου σιταριού που εξαγόταν (μόνο υπό την επήρεια κάποιας ιδεολογίας είναι ποτέ δυνατό άνθρωποι να φερθούν τόσο, μα τόσο ηλίθια...).

Παρενθετικά, ιδού πώς προέκυψε το μπέρδεμα με τις λέξεις. Όταν οι Άγγλοι άποικοι εγκαταστάθηκαν στην Αμερική, παρατήρησαν ότι η βασική τροφή των ινδιάνικων φυλών, το βασικό τους "corn", ήταν το καλαμπόκι. Το ονόμασαν λοιπόν, λογικά, "indian corn", το δημητριακό των ινδιάνων. Το υιοθέτησαν όμως και οι ίδιοι, έγινε και το δικό τους βασικό "corn", οπότε με την πάροδο του χρόνου αντικατέστησαν στο λόγο τους το μερικό με το γενικό και έτσι, στα αμερικάνικα κυρίως αγγλικά, το corn σημαίνει καλαμπόκι.

Και μετά απ' αυτό, όταν βλέπεις να αναφέρεται ότι το "Trevelyan's corn" ήταν "indian corn", τι να σημαίνει αυτό; Indian corn, δηλαδή καλαμπόκι; Indian corn, δηλαδή καλαμπόκι εισαγόμενο από την Ινδία; Ή μήπως πάλι, Indian corn, κάποιο άλλο δημητριακό - σιτάρι, κεχρί - εισαγόμενο από την Ινδία;

Το κερασάκι στην τούρτα: το οικογενειακό όνομα "Trevelyan" προέρχεται από την Κορνουάλη, είναι, δηλαδή, cornish!

Ωραίο σημείο για να σταματήσω αυτό! Όχι όμως πριν δώσω άλλο ένα μουσικό θέμα, ένα αρχαίο αγγλικό τραγούδι που αφηγείται το μύθο του John Barleycorn, προσωποποίησης του κριθαριού!


Έχω κι άλλα! Επανέρχομαι το συντομότερο!

Παρασκευή 13 Μαρτίου 2015

Britannia Romana

Στα 43 μ.Χ., επί αυτοκρατορίας Καίσαρος Κλαυδίου, τέσσερις ρωμαϊκές λεγεώνες υπό την ηγεσία του στρατηγού Πλαύτιου επιβιβάζονται σε αρκετές εκατοντάδες γαλέρες στη βόρεια ακτή της σημερινής Γαλλίας, για να αποβιβαστούν λίγο αργότερα μάλλον κάπου στη σημερινή κομητεία του Κεντ της Αγγλίας, να δημιουργήσουν - παραδόξως ανενόχλητοι - προγεφύρωμα, και να προχωρήσουν κατά τους υπόλοιπους μήνες και χρόνια στην μετατροπή της σημερινής Αγγλίας και Ουαλίας σε ρωμαϊκή κτήση.


Πραγματοποιείται, έτσι, επί Κλαυδίου, αυτό που δεν κατέστη δυνατό να πραγματοποιηθεί εκατό χρόνια νωρίτερα επί Καίσαρος Ιουλίου, παρά τα περί του αντιθέτου που μάς έλεγε παλιά ο μεγάλος Ρενέ Γκοσινύ.


Οι Βρεταννοί ήταν πληθυσμοί κελτικοί, άγριοι και πολεμοχαρείς, χωρίς κεντρική διοίκηση και με τις σκόρπιες φυλές αενάως να πολεμούν μεταξύ τους. Οι Ρωμαίοι συναντούν αντίσταση από κάποιους, λυσσώδη αντίσταση από άλλους, και ακόμα εθελούσια υποταγή από κάποιους τρίτους.

Ενδιαφέρον ιδιαίτερο παρουσιάζει η φυλή των Iceni που κατοικούσε περίπου στην σημερινή κομητεία του Νόρφολκ. Βασιλιάς τους ο Πρασουτάγος, ο οποίος συμμαχεί με τους Ρωμαίους και διατηρεί το θρόνο του και μια κάποια αυτονομία για την πολιτική οντότητα που συγκροτούσε η φυλή του. Θα λέγαμε, δηλαδή, με τη σημερινή ορολογία, ότι κατέστησε τη φυλή του ρωμαϊκό προτεκτοράτο. Πιο συγκεκριμένα, φαίνεται πως και αλλού παλαιόθεν οι Ρωμαίοι είχαν εφαρμόσει μια τακτική που θα την έλεγα αυτοσχεδιάζοντας και νεολογίζοντας "προτεκτοράτο μιας γεννιάς". Η τακτική συνίστατο στο να συνάπτουν μια τέτοιου είδους συμμαχία με διαθέσιμους ντόπιους μικρο-ηγεμόνες, και να τους καταφέρνουν να αποδώσουν με διαθήκη, κρυφή ή φανερή, μετά το θάνατό τους το κράτος τους κατευθείαν στη Ρώμη.

Κάτι τέτοιο πέτυχαν και με τον Πρασουτάγο. Αν ήταν εγγράματος και καταλάβαινε τι υπέγραφε, δεν θα έπαιρνα όρκο. Πάντως η διαθήκη που παρουσιάστηκε μετά το θάνατό του το 60 ή 61 μ.Χ. μοίραζε το βασίλειό του ανάμεσα στις δύο κόρες του και τον ρωμαίο αυτοκράτορα, που ήταν πλέον από το 54 μ.Χ. ο θεοπάλαβος ο Νέρων που είχε διαδεχθεί τον Κλαύδιο.

Αναφέρεται και ένα άλλο πολύ ενδιαφέρον στοιχείο. Από τη στιγμή που δέχθηκε τη ρωμαϊκή προστασία, ο Πρασουτάγος έζησε μια πολύ άνετη και πολυτελή για την εποχή ζωή, χρηματοδοτούμενος από δάνεια ρωμαίων "επενδυτών". Όταν πέθανε, οι άνθρωποι αυτοί απαίτησαν τα χρήματά τους πίσω! Ούτε λόγος για αστείο βέβαια ότι θα μπορούσαν οι Iceni να τα αποπληρώσουν, άλλωστε δε νομίζω ότι έμαθαν και ποτέ γι' αυτά. Θα λέγαμε, λοιπόν, "κήρυξαν στάση πληρωμών" και "προέκυψε πιστωτικό γεγονός"!

Στα δύο αυτά στοιχεία, λοιπόν, δηλαδή στη διαθήκη και στα χρέη, φαίνεται ότι στηρίχτηκαν οι Ρωμαίοι και απαίτησαν την πλήρη υποδούλωση της φυλής στην εξουσία της Ρώμης. Η χήρα του βάρβαρου βασιλιά, η θρυλική Μπούντικα, που είχε αναλάβει εν τω μεταξύ ρόλο βασίλισσας, δεν δέχτηκε να πειθαρχήσει. Για να δείξουν ποιος κάνει κουμάντο, οι πολιτισμένοι οι Ρωμαίοι την έπιασαν και την έλιωσαν στο μαστίγωμα, ενώ μπροστά στα μάτια της βίασαν ομαδικά τις δύο κόρες της.

Στη συνέχεια, όμως, η βασίλισσα σηκώνεται όρθια, ξεσηκώνει το λαό της σε εξέγερση, καταφέρνει να ενώσει με τις δυνάμεις της και άλλες γειτονικές φυλές. Επικεφαλής ίσως άνω των εκατό χιλιάδων Κελτών και εκμεταλλευόμενη την συγκυριακή απουσία ισχυρού ρωμαϊκού στρατού από την ανατολική Αγγλία, εκδικείται κατακαίοντας και καταστρέφοντας ολοσχερώς τις τρεις πρώιμες ρωμαϊκές coloniae της περιοχής, το Camulodunum, το Londinium και το Verulamium, σφάζοντας, στην πορεία, και αρκετές δεκάδες χιλιάδων ρωμαίων πολιτών και συγκατοικούντων - συνεργαζόμενων ντόπιων κελτών. Φυσικά, μ' αυτό τον τρόπο μπαίνει και ένα πρώτο - προσωρινό, αποδείχτηκε - τέλος στην ανάπτυξη του Londinium, που ήδη από τις πρώτες δεκαετίες της ζωής του είχε αρχίσει να αναδεικνύει την αξία του ως οικονομικό - εμπορικό - ανταλλακτικό κέντρο, προς όφελος τόσο της ξενόφερτης ελίτ όσο και των ντόπιων παραγωγών - όσων από αυτούς τελοσπάντων δεν είχαν μεταβληθεί σε σκλάβους.

Όταν, όμως, ο ρωμαϊκός στρατός επέστρεψε από τις επιχειρήσεις του στην Ουαλία, τα πράγματα άλλαξαν. Οι Κέλτες αναγκάστηκαν ή επέλεξαν να δώσουν μάχη με "στημένους" στρατούς, στην οποία κατατροπώθηκαν. Διαβάζοντας τα αριθμητικά στοιχεία, θα σχολίαζα ότι η ήττα αυτή μπορεί να θεωρηθεί το απόλυτο φιάσκο για τους Κέλτες. Συνήθως όταν διάβαζουμε για αντάρτες που τα έβαλαν με τακτικούς στρατούς και ηττήθηκαν, οι αριθμοί είναι είτε κάπως μοιρασμένοι, είτε αν είναι υπέρ των ανταρτών, είναι πάντως σε κάποιον μικρό βαθμό υπέρ των ανταρτών. Για τη συγκεκριμένη μάχη, οι ρωμαίοι ιστορικοί φτάνουν να αναφέρουν μέχρι και 230.000 Κέλτες εναντίον 10.000 Ρωμαίων! Όσο κι αν θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας το στοιχείο της υπερβολής για να υπερτονιστεί η αποτελεσματικότητα της ρωμαϊκής πολεμικής μηχανής, εν τούτοις θα πρέπει να δεχτούμε ότι οι αριθμοί ήταν συντριπτικά υπέρ των Κελτών, ίσως άλλωστε γι' αυτό η Μπούντικα και οι συνεργαζόμενοι μ' αυτήν φύλαρχοι δεν αρνήθηκαν την τακτική μάχη. Η ίδια η βασίλισσα φαίνεται πως επιβίωσε της μάχης, αλλά πέθανε λίγο αργότερα, είτε από ασθένεια, είτε αυτοκτόνησε με δηλητήριο.

Η συνέχεια της αφήγησης λέει ότι η ρωμαϊκή εξουσία στη Βρετανία κράτησε μέχρι τις αρχές του 5ου αιώνα μ.Χ., όταν η Δυτική Αυτοκρατορία, με το έδαφος να χάνεται κάτω από τα πόδια της, απέσυρε το στρατό της από τη Βρετανία για να τον χρησιμοποιήσει σε σημαντικότερες ταραγμένες επαρχίες και δεν τον ξαναέστειλε όταν οι Κέλτες ξαπόστειλαν τους ρωμαίους διοικητικούς. Η χώρα επανήλθε ουσιαστικά στην προ Ρωμαίων κατάσταση, χωρισμένη σε φιλονεικούσες μικρο-ηγεμονίες και έρμαιο δια θαλάσσης εισβολέων, ένας εκ των οποίων, οι εκ Γερμανίας ορμώμενοι Σάξωνες θα βάλει τη σφραγίδα του περισσότερο από κάθε άλλον στην αφομοίωση των Κελτών και στη διαμόρφωση των σημερινών Άγγλων.

Άλλη εξέγερση συγκρίσιμη σε μέγεθος με αυτήν της Μπούντικας δεν αναφέρεται στα 350 χρόνια της Britannia Romana. Πάντως ισχυρή στρατιωτική παρουσία υπήρχε πάντοτε στο νησί, δυσανάλογα ισχυρή ως προς την έκταση και τον πληθυσμό των βρετανικών επαρχιών - δείγμα ίσως ότι οι ρωμαίοι φοβούνταν είτε κελτικές εξεγέρσεις είτε, ασφαλώς, επιδρομές από τους Πίκτους της σημερινής Σκωτίας. Αναφέρεται ότι ένα ποσοστό ίσως 10% - 15% του κελτικού πληθυσμού εκλατινίστηκε. Το υπόλοιπο ζούσε με συνείδηση υπόδουλου λαού και οι Ρωμαίοι προέβαιναν στις συνήθεις διαχρονικές αυθαιρεσίες και αρπαγές των εκάστοτε κατακτητών. Τα πλούσια μεταλεία τα δούλευαν κέλτες σκλάβοι. Από την άλλη μεριά, λέγεται ότι χρειάστηκε να φτάσει ο 17ος ή ο 18ος αιώνας για να "ξαναπιάσει" η Αγγλία το ίδιο επίπεδο παραγωγής ("ΑΕΠ", θα λέγαμε αναχρονιστικά) που είχε επί Ρωμαίων.

Η Μπούντικα ως ιστορικό πρόσωπο ξεχάστηκε κατά το μεσαίωνα, αλλά την ξαναθυμήθηκαν οι μεταγενέστεροι Άγγλοι ιστορικοί στην προσπάθειά τους να "επανδρώσουν" ένα πάνθεο ντόπιων ηρώων. Ιδιαίτερα δημοφιλής ως ιστορικό πρόσωπο πρέπει να ήταν η κέλτισσα βασίλισσα κατά τη βικτωριανή εποχή, για προφανείς λόγους σύνδεσης με το παρελθόν μέσω του συνειρμικού συσχετισμού των δύο γυναικών ηγεμόνων. Τώρα κατά πόσο είναι λογικό να επικαλούνται οι Άγγλοι του 19ου αιώνα τους Κέλτες, μετά τις τόσες μεταβολές που έχει υποστεί ο πληθυσμός και η γλώσσα τους... θα έλεγα δεν είναι και εξωφρενικό, αφού δεν υπάρχει και κανένας άλλος που να διεκδικεί τη Μπούντικα και τους δικούς της - με τον ίδιο τρόπο που κι εμείς θεωρούμε δικούς μας τους μινωίτες. Άλλο είναι το πραγματικά παράξενο. Στην κορύφωση της περιόδου της αποικιοκρατίας, της οποίας αδιαμφισβήτητοι θριαμβευτές υπήρξαν οι Άγγλοι, τιμούν ως την πρώτη ηρωίδα τους μια γυναίκα που αντιστάθηκε απέναντι στους Ρωμαίους - αντιστάθηκε όμως μόνο και μόνο επειδή οι Ρωμαίοι έκαναν στους Κέλτες τα ίδια περίπου, τηρουμένων των αναλογιών, που έκαναν οι Άγγλοι αποικιοκράτες του 19ου αιώνα στο μισό πλανήτη...

Bizarre, που λένε και στο χωριό τους...

Εν πάση περιπτώσει, αναφέρω επίσης τις πηγές μας σχετικά με τα γεγονότα της Britannia Romana· αυτές είναι τα έργα δύο Ρωμαίων ιστορικών, του Τάκιτου και του Δίονος Κασσίου. Ο δεύτερος καταγόταν από τη Νίκαια της Βιθυνίας και ως εκ τούτου έγραψε στα ελληνικά! Όχι ότι διάβασα το έργο του. Παρότι μου αρέσουν οι πηγές, θα πήγαινε πολύ να σκάψει τόσο βαθιά ένας ερασιτέχνης όπως εγώ. Πολλά στοιχεία που αναφέρω εδώ τα έμαθα (ή τα θυμήθηκα - επιβεβαίωσα) από το παρακάτω αγγλικό ντοκιμανταίρ, που αν σου άρεσε αυτό το κείμενο ίσως το βρεις κι εσύ ενδιαφέρον.


Υπάρχει και μια τηλεταινία, αν προτιμάς κάτι πιο ελαφρολαϊκό, προειδοποιώ όμως πως ως ταινία είναι πολύ μέτρια.

Το λοιπόν! Προτεκτοράτο ("ανήκομεν εις την Ρώμην"), χρέος, ταπείνωση, εξέγερση, καταστροφές, φιάσκο, υποδούλωση... και εγκατάλειψη στην πρότερη κατάσταση αναρχίας και διχόνοιας μόνο όταν εκτιμάται ότι η διατήρηση της υποδούλωσης κοστίζει πιο πολύ απ' τα οφέλη της... και μάλιστα εγκατάλειψη όταν η αυτοκρατορία πάει για κατάρρευση... σου θυμίζει κάτι όλη αυτή η πορεία, για το πρόσφατο παρελθόν, το παρόν και ενδεχόμενο μέλλον;!

Δε θέλω να επιβεβαιώσω ότι εμένα μου θυμίζει αυτά που εμφανώς υποννοώ ότι μου θυμίζει! Δεν το κάνω, γιατί δε θέλω να παρακούσω από τόσο νωρίς τη συμβουλή που έδωσα στον εαυτό μου εδώ, και που πέρα από εξιστορήσεις, παιχνίδια του μυαλού και ανακάλυψη νέων μορφών ζωής, συνοψίζεται σε μία κουβέντα: "να είσαι φειδωλός με τους ιστορικούς παραλληλισμούς"... όσο κι αν με γοητεύουν...

Ένα διεστραμμένο αστείο, πάντως, δεν αντέχω να μην το κάνω: